Από τα τέλη Οκτωβρίου μέχρι σήμερα, τέλη Δεκεμβρίου, που γράφεται αυτό το κείμενο, 1.413 (χίλια τετρακόσια δεκατρία) άτομα που δραστηριοποιούνται στον γερμανόφωνο λογοτεχνικό χώρο υπέγραψαν μια ανοιχτή επιστολή, η οποία ξεκίνησε με πρωτοβουλία δύο ποιητών και συγγραφέων.
Ο πρώτος, στον οποίο γεννήθηκε η ιδέα αυτής της ανοιχτής επιστολής, αφού το όνομά του εμφανίζεται πρώτο στη μακρά λίστα των ονομάτων, και μάλιστα του γεννήθηκε αυτή η ιδέα, για να τη στηρίξουν πολλοί άλλοι, είναι ο 48χρονος ποιητής, συγγραφέας, φωτογράφος και βιβλιοπώλης Μπγιερν Κούλικ (Björn Kuhligk), γέννημα θρέμμα Δυτικού Βερολίνου. Ο Κούλικ ίσως είναι γνωστός σε κάποιους και στην Ελλάδα, αφού το 2022 κυκλοφόρησε στα ελληνικά από τις εκδόσεις Ενύπνιο η ποιητική συλλογή του Η γλώσσα του Γιβραλτάρ, σε μετάφραση Άκη Παραφέλα και Μαρίας Οικονόμου. Στην παρουσίαση του ποιητή στη Λογοτεχνική Σκηνή 11 τον Νοέμβριο του 2022 στη Θεσσαλονίκη, ο μεταφραστής του υπογράμμισε μεταξύ άλλων: «Ο Κούλικ επιδιώκει να είναι ένας συγγραφέας και βαθιά προσωπικός και βαθιά πολιτικός […] άλλωστε για τον συγγραφέα ξεκάθαρες γραμμές δεν υπάρχουν παρά μόνο σε μία περίπτωση: ανάμεσα σ’ αυτούς που έχουν πόλεμο και σ’ αυτούς που δεν έχουν πόλεμο».
Ο δεύτερος, που προφανώς στήριξε πρώτος, είναι ο 50χρονος συγγραφέας, ποιητής και μεταφραστής Μάρκους Ρόλοφ (Marcus Rollof), ο οποίος γεννήθηκε στο Νοϊμπράντενμπουργκ της πρώην Ανατολικής Γερμανίας και στα 16 του, τον Ιούνιο του 1989, όταν ο υπαρκτός σοσιαλισμός έπνεε τα λοίσθια, μετοίκησε, ακολουθώντας την οικογένεια στη Δυτική Γερμανία, μεγάλωσε στη Βρέμη και σήμερα ζει στη Φρανκφούρτη στον ποταμό Μάιν.
Η ανοιχτή επιστολή των Κούλικ και Ρόλοφ, που δημοσιεύθηκε στις 27 Οκτωβρίου 2023 στο διαδίκτυο υπογεγραμμένη από 178 άτομα, είναι ένα σύντομο κείμενο, μόλις τεσσάρων παραγράφων και 394 λέξεων, το οποίο συνυπέγραφαν πολλοί και πολλές συγγραφείς αλλά και διάφοροι παράγοντες του γερμανικού λογοτεχνικού χώρου.
Στην πρώτη παράγραφο οι συγγραφείς της ανοιχτής επιστολής εξηγούν τι τους ώθησε να γράψουν αυτή την ανοιχτή επιστολή, κάνοντας κάποιες διαπιστώσεις. Το ότι στις 7 Οκτωβρίου, ξεκινά η επιστολή, δολοφονήθηκαν σε μία ημέρα τόσo πολλοί Εβραίοι και Εβραίες όσοι ποτέ από το Ολοκαύτωμα και μετά και το ότι ο αντισημιτισμός κερδίζει πάλι έδαφος με μια αφόρητη και επιθετική μορφή στους δρόμους αυτής της χώρας (εννοείται: της Γερμανίας), που προσπάθησε να εξολοθρεύσει κάθε εβραϊκή ζωή, είναι τρομερό. Ξεκινώντας με επιλεκτική μνήμη, αφού θέτει ως αρχή των πάντων την 7η Οκτωβρίου 2023 αφενός αλλά αφετέρου υπενθυμίζει το Ολοκαύτωμα, η επιστολή συνεχίζει καταγγέλλοντας ότι ωστόσο, μετά την επίθεση της τρομοκρατικής Χαμάς σε ανθρώπους, οι οποίοι βασανίστηκαν, βιάστηκαν, απήχθησαν και δολοφονήθηκαν μόνο και μόνο επειδή ήταν Εβραίοι του Ισραήλ, η λογοτεχνική βιομηχανία τηρεί σιωπή αξεπέραστης αναισθησίας. Αμέσως όμως θέτει και το ερώτημα μήπως δεν πρόκειται για αναισθησία αλλά για εσκεμμένη αδράνεια, ώστε να μην κάνει, η λογοτεχνική βιομηχανία, κάποιο λάθος, να μην εκτεθεί. Για να καταλήξει συμπερασματικά ότι εν πάση περιπτώσει δεν μπορεί να είναι σιωπή που διαθέτει αυτοπεποίθηση ή αντιμετωπίζει κατά κάποιον τρόπο ατρόμητα τον αντισημιτισμό που εξαπλώνεται.
Στη δεύτερη παράγραφο η ανοιχτή επιστολή προχωρά, τονίζοντας τι θα μπορούσε να κάνει η λογοτεχνική βιομηχανία: ό,τι κάνει και σε άλλες περιπτώσεις: εκδηλώσεις αλληλεγγύης και αναγνώσεις αλληλεγγύης. Δεν θα ήταν πολλά όλα αυτά, παραδέχεται η επιστολή στη συνέχεια, αλλά θα ήταν παρ’ όλ’ αυτά μια δημόσια στάση, η οποία θα έβαζε ένα φρένο στον έναν ή στον άλλον και η οποία θα έκανε ξεκάθαρο στους Εβραίους και τις Εβραίες συγγραφείς (ναι, μόνο για συγγραφείς κάνει λόγο η επιστολή στο σημείο αυτό) το εξής: Δεν είστε μόνοι, είμαστε στο πλευρό σας. Αντ’ αυτού τηρείται σιωπή, συνεχίζει η επιστολή, μια σιωπή που δεν θα μπορούσε να είναι πιο υπόκωφη και πιο εκκωφαντική. Και τότε, μόνο, θέτει η επιστολή ευθέως το ερώτημα: Πού είναι τα λογοτεχνικά σπίτια, τα λογοτεχνικά ιδρύματα, τα λογοτεχνικά φεστιβάλ, οι ακαδημίες, οι εκδοτικοί οίκοι; Αλήθεια, πού είναι, ίσως αναρωτηθεί κανείς, αν δεν θυμάται ότι στην Έκθεση Βιβλίου της Φρανκφούρτης, λίγες ημέρες πριν από τη δημοσίευση αυτής της ανοιχτής επιστολής, ακυρώθηκε η προγραμματισμένη τελετή βράβευσης της Παλαιστίνιας συγγραφέως Αντάνια Σίμπλι (Adania Shibli), γιατί ξαφνικά το βραβευμένο βιβλίο της με θέμα την αληθινή ιστορία βιασμού και δολοφονίας μίας Παλαιστίνιας από Ισραηλινούς στρατιώτες το 1949, ελάχιστα χρόνια μετά το Ολοκαύτωμα αλλά πολλά χρόνια πριν γεννηθούν οι Κούλικ και Ρόλοφ, παρουσιάζει μία εσφαλμένη εικόνα του Ισραήλ. Και η επιστολή θα συνεχίσει με ένα συγκριτικό παράδειγμα, για να δείξει ότι δεν παραλογίζεται: Η επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022 επέφερε σχεδόν αυτόματα εκδηλώσεις αλληλεγγύης, που τώρα λείπουν. Γιατί;, ρωτάει η επιστολή. Δεν έχει πράγματι κανείς μια στάση επ’ αυτού; Ή μήπως, θα αναρωτηθεί αμέσως μετά η επιστολή, ο αντισημιτισμός είναι ήδη τόσο πολύ ριζωμένος στη λογοτεχνική βιομηχανία, που πρέπει ν’ αναζητήσουμε την αιτία;
Στην τρίτη παράγραφο η ανοιχτή επιστολή ξεκαθαρίζει πλέον τη θέση της. Οι Εβραίες και οι Εβραίοι σ’ αυτή τη χώρα (εννοείται: στη Γερμανία), στην Ευρώπη και παγκοσμίως, λέει η επιστολή, απειλούνται. Ήρθε η ώρα, συνεχίζει η επιστολή, να υψώσουμε τη φωνή μας όσο πιο δυνατά μπορούμε. Έχουμε μπουχτίσει από κάθε λογής σχετικιστικούς ελιγμούς, ξεσπαθώνει. Βλέπουμε, παραδέχεται η επιστολή, τα δεινά του άμαχου πληθυσμού των Παλαιστινίων και απαιτούμε, λέει, ανθρωπιστική βοήθεια, αλλά τασσόμαστε, λέει, κατά του να χρησιμοποιούμε τα δεινά των ανθρώπων στη Λωρίδα της Γάζας για να σχετικοποιήσουμε την τρομοκρατία της Χαμάς και να κηρύξουμε παράνομη την αυτοάμυνα του Ισραήλ. Σταράτα λόγια. Το Ισραήλ, επαυξάνει η επιστολή, είναι η μοναδική Δημοκρατία στην Εγγύς Ανατολή και οφείλει, όπως κάθε κράτος που λειτουργεί, να προφυλάσσει τον πληθυσμό του απ’ την τρομοκρατία.
Έχοντας ξεκαθαρίσει, λοιπόν, τη θέση της η επιστολή, προχωρά στην τέταρτη παράγραφο, για να αποκαλύψει πρώτα απ’ όλα την ταυτότητα αυτών που την υπογράφουν. Είμαστε γυναίκες και άντρες συγγραφείς με αριστερές, φιλελεύθερες και συντηρητικές πεποιθήσεις, αποκαλύπτει. Είναι διαφορετικοί δηλαδή, δεν είναι όλες και όλοι το ίδιο, για να μην μπερδευόμαστε. Αυτό που μας ενώνει, συνεχίζει η επιστολή, είναι η αλληλεγγύη προς τις Εβραίες και τους Εβραίους που ζουν στη Γερμανία, την Αυστρία και την Ελβετία. Αυτό που μας ενώνει, επαναλαμβάνει η επιστολή, είναι η αλληλεγγύη προς το κράτος του Ισραήλ και όλους τους ανθρώπους που πασχίζουν για τη δημοκρατία, την ελευθερία και τα ανθρώπινα δικαιώματα, και στη Λωρίδα της Γάζας, υπογραμμίζει με έμφαση η επιστολή έπειτα από ένα κόμμα. Για να καταλήξει: Τασσόμαστε εναντίον κάθε μορφής αντισημιτισμού – από το κέντρο, όπως και από τα δεξιά και από τ’ αριστερά. Ένα υπερκομματικό, διαπαραταξιακό φινάλε.
Τρεις ημέρες μετά τη δημοσίευση της ανοιχτής επιστολής, στις 30 Οκτωβρίου πια, μιλώντας στο Γερμανικό Ραδιόφωνο, ο Κούλικ έκανε λόγο για πάνω από 1.000 υπογραφές και εξηγούσε πόσο γρήγορα διαδόθηκε η ανοιχτή επιστολή και πόσο σημαντικό είναι για μια ανοιχτή επιστολή να έχει υπογραφές γνωστών προσώπων. Για του λόγου το αληθές, στην τρίτη θέση ακολουθούσε η υπογραφή της Γερμανίδας νομπελίστριας συγγραφέως Χέρτα Μύλλερ (Herta Müller), η οποία είχε προστεθεί στη λίστα για πρώτη φορά εκείνη την ημέρα, στις 30 Οκτωβρίου, ενώ στην τέταρτη θέση εμφανίζεται από τις 3 Νοεμβρίου πλέον η υπογραφή της Αυστριακής νομπελίστριας πεζογράφου και θεατρικής συγγραφέως Ελφρίντε Γέλινεκ (Elfriede Jelinek). Το μαγείρεμα στη σειρά προβολής των ονομάτων δεν αποκλείεται να είχε αγαθά κίνητρα, έκφρασης σεβασμού στις δύο νομπελίστριες συγγραφείς, και να μην υπαγορεύτηκε από αγοραίους υπολογισμούς.
Στη συνέχεια ακολουθούσαν και ακολουθούν κάποια ονόματα γνωστά και από την τηλεόραση και από κάποιες εφημερίδες. Πέραν τούτου, αν και αυτό που παραπάνω ορθά μεταφράστηκε ως «γυναίκες και άντρες συγγραφείς» στο πρωτότυπο γερμανικό κείμενο ήταν «Autorinnen und Autoren» (δηλαδή ούτε «Autor*innen» ούτε «Autor_innen» ούτε «Autor:innen» που θα ήταν συμπεριληπτικά), την επιστολή την υπέγραψαν και μη δυαδικά άτομα όπως π.χ. οι Ζιμπίλε Μπεργκ (Sibylle Berg, ελβετικής υπηκοότητας) και Χενγκαμέ Γιαγουμπιφαράχ (Hengameh Yaghoobifarah, γερμανο-ιρανικής καταγωγής), ίσως γιατί αυτά τα άτομα θα θεώρησαν ότι δεν ήταν και τόσο σημαντικό στην περίπτωση αυτή να τραβηχτούν συμπεριληπτικές διαχωριστικές γραμμές.
Διαβάζοντας αυτή τη λίστα των ονομάτων, που δεν τη χωράει το κεφάλι μου, διάβασα και ονόματα ανθρώπων, τα βιβλία των οποίων γνωρίζω αλλά δεν έχω διαβάσει, αλλά διάβασα και ονόματα ανθρώπων, βιβλία των οποίων έχω διαβάσει και έχω κάνει δώρο, και διάβασα και ονόματα ανθρώπων με τους οποίους έχω απλώς μιλήσει και άλλων με τους οποίους έχω φάει κι έχω πιει στο ίδιο τραπέζι. Για έναν απ’ αυτούς δεν έπεσα απ’ τα σύννεφα, για κάποιους δεν το πίστευα. Τους περισσότερους δεν τους ήξερα. Κάποιοι και κάποιες συγγραφείς που υπογράφουν την επιστολή έχουν ήδη μεταφραστεί και στα ελληνικά. Κάποιες τις είχα μεταφράσει κι εγώ. Κάποιους ήθελα να τους μεταφράσω ή να τους δω μεταφρασμένους. Τώρα πια δεν θέλω.
Τώρα πια δεν θέλω.
Τα 1.413 άτομα που έχουν υπογράψει μέχρι σήμερα αυτή την ανοιχτή επιστολή είναι πάρα πολλά για το δικό μου το μυαλό, αλλά φαίνονται πάρα πολύ λίγα μπροστά στους 21.110 (είκοσι μία χιλιάδες εκατόν δέκα) Παλαιστίνιους που έχουν χάσει τη ζωή τους από τις 7 Οκτωβρίου μέχρι σήμερα 27 Δεκεμβρίου, αν θέλει να μετρήσει κανείς από εκεί που άρχισαν να μετρούν και όσοι και όσες υπέγραψαν την ανοιχτή επιστολή. 14,939 νεκροί ανά 1 υπογραφή, γιατί σύμφωνα με την επιστολή το Ισραήλ οφείλει, όπως κάθε κράτος που λειτουργεί, να προφυλάσσει τον πληθυσμό του απ’ την τρομοκρατία. Και η ψαλίδα σ’ αυτή την αναλογία όλο και θα μεγαλώνει. Γιατί τελικά ίσως ο Κούλικ να έχει δίκιο και ξεκάθαρες γραμμές δεν υπάρχουν παρά μόνο σε μία περίπτωση: ανάμεσα σ’ αυτούς που έχουν πόλεμο και σ’ αυτούς που δεν έχουν πόλεμο.
Η Τζέννυ Έρπενμπεκ (Jenny Erpenbeck), η οποία δεν έχει υπογράψει αυτή την ανοιχτή επιστολή, όπως και πολλοί άλλοι γερμανόφωνοι και γερμανόφωνες της λογοτεχνικής βιομηχανίας, γράφει κάπου στο μυθιστόρημά της Περαστικοί (Gehen, Ging, Gegangen) για τους Αφρικανούς πρόσφυγες στο Βερολίνο: «Μόνο αν επιβίωναν τώρα στη Γερμανία, είχε χάσει πράγματι τον πόλεμο ο Χίτλερ». Παραφράζοντάς την, θα πω: «Μόνο αν σταματούσε τώρα τον πόλεμο το Ισραήλ, είχε χάσει πράγματι τον πόλεμο ο Χίτλερ».
Το κείμενο της επιστολής στο πρωτότυπο και οι υπογραφές που το συνοδεύουν βρίσκονται εδώ.
Το μαγείρεμα στη σειρά προβολής των υπογραφών μπορεί να το βρει κανείς εδώ, επιλέγοντας ημερομηνίες και ώρες τροποποίησης της σελίδας.
Ευγενία Τζιρτζιλάκη
Δυο σχόλια
Εδω μια ανοιχτή επιστολή που συνυπογράφουν πολλοί περισσότεροι, 5,347 διανοούμενοι, καλλιτέχνες, ακαδημαϊκοί και φοιτητές από το Βερολίνο, και ειναι μια πραγματική κραυγή λογικής σ’ έναν κόσμο που στροβιλίζεται στο χάος https://openletterberlinculture.net/?fbclid=IwAR3hzqNBHj60jgCUQqA8Eksgu8erFNCvRgsXez_dn_G9ttMnIsDCRMVlEHE
κι εδω μια πολισμικη απεργια https://strikegermany.org/?fbclid=IwAR1CFsV8_sSrI_hCPLYt1-m1bCOyRNrMU4EmCks9y6B9yC7L3R4V1-pFkDE
Ευχαριστω γαι το χωρο!